Συνέντευξη στην Ειρήνη Πιτσόλη | axiaplus.gr 30.01.2017
Ο Σάββας Γεωργιάδης μιλά στην «Α» για τις "Γυναίκες" που παρουσίασε στην γκαλερί Ευριπίδη και την πορεία του στη ζωγραφική.
Ο Σάββας Γεωργιάδης κέρδισε τις εντυπώσεις του φιλότεχνου κοινού από την πρώτη του ατομική έκθεση το 2002. Τα πορτρέτα του είναι διαφορετικά. «Συνομιλούν» με τον θεατή με έναν πολύ δυνατό τρόπο. Το παρατήρησαν και όσοι επισκέφτηκαν τις αίθουσες της Γκαλερί Ευριπίδη όπου φιλοξενήθηκε η έκθεση «Γυναίκες» καθώς ένιωσαν να τους αιφνιδιάζουν τα μεγάλα πορτρέτα που τον πλησιάζουν σε απόσταση αναπνοής για να τον περιεργαστούν μέχρι τα τρίσβαθα της ψυχής του.
Συνέντευξη στην Ειρήνη ΠιτσόληΤο περιγράφει εύστοχα η ομότιμη καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης και διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης- Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα, στο σημείωμά της στον κατάλογο που συνόδευε την έκθεση: «Τα γυναικεία πρόσωπα του Γεωργιάδη κατακλύζουν τον καμβά απειλώντας να διαρρήξουν τα όριά του, σαν να αγωνίζονται απεγνωσμένα να αποδράσουν από τη ζωγραφική επιφάνεια ακυρώνοντας έτσι τη μοναξιά τους. Τόσο ο ζωγράφος όσο και τα μοντέλα του υποδηλώνουν μια σφοδρή ανάγκη επικοινωνίας με τον θεατή». Συναντήσαμε τον Σάββα Γεωργιάδη και του ζητήσαμε να μας «ξεναγήσει» στον θαυμαστό κόσμο των πορτρέτων του.
– «Παιδί θαύμα» της ζωγραφικής, κερδίσατε το δεύτερο βραβείο σε παγκόσμιο διαγωνισμό στη Σεούλ σε ηλικία 8 μόλις ετών. Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με τη ζωγραφική; Σε ποια ηλικία αρχίσατε να ζωγραφίζετε;
– Τα παιδιά εκφράζονται μέσω της ζωγραφικής. Θυμάμαι μικρός ονειρευόμουν ένα σπίτι με άλογα, μια φάρμα δηλαδή. Το ζωγράφιζα σχεδόν καθημερινά. Η ζωγραφική για μένα ήταν ένας τρόπος ζωής και έτσι παρέμεινε. Δεν έχω σταματήσει ποτέ! Θυμάμαι όποτε είχαμε κόσμο στο σπίτι ήταν σχεδόν δεδομένο το πορτρέτο κάποιων παρευρισκομένων.
«ΤΑ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ ΚΑΤΑΚΛΥΖΟΥΝ ΤΟΝ ΚΑΜΒΑ, ΑΠΕΙΛΩΝΤΑΣ ΝΑ ΔΙΑΡΡΗΞΟΥΝ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ, ΣΑΝ ΝΑ ΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ ΑΠΕΓΝΩΣΜΕΝΑ ΝΑ ΑΠΟΔΡΑΣΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΑΚΥΡΩΝΟΝΤΑΣ ΕΤΣΙ ΤΗ ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΟΥΣ»
– Ταράξατε τα νερά της τέχνης το 2002 με την πρώτη σας ατομική έκθεση που είχε θέμα πάλι τα πρόσωπα. Πρόσωπα διαφορετικά, περιθωριακά. Είναι το πρόσωπο ο καθρέπτης της ψυχής για εσάς και την αποτυπώνετε στα πορτρέτα σας;
– Το πρόσωπο είναι και ο καθρέφτης της ψυχής, αλλά και παράθυρο που εκδηλώνεται πιο εύκολα ή μάλλον το μόνο παράθυρο. Προσπαθώ μέσα από αυτό να καταλάβω ή έστω μια κλεφτή ματιά για το τι υπάρχει απέναντί μου.
– Παρατηρώντας τους πίνακες που παρουσιάζετε τώρα στην έκθεση «Γυναίκες» που φιλοξενήθηκε στην γκαλερί Ευριπίδη, είδαμε πάλι διαφορετικά πρόσωπα γυναικών, στα οποία αποτυπώνονται ποικίλα και διαφορετικά μεταξύ τους συναισθήματα. Μοιάζει σαν να συνομιλείτε με τα έργα σας, και να αποτυπώνετε τη συνομιλία στον καμβά. Είναι έτσι;
– Μα είναι ακριβώς έτσι! Όταν βρίσκεσαι αρκετές μέρες μόνος με μια εικόνα απέναντί σου, είναι φυσικό επακόλουθο να μιλάς μαζί της κάθε μέρα μέχρι την «ολοκλήρωση» του έργου. Σου λένε κάτι καινούργιο και εσύ απαντάς και αυτός ο διάλογος είναι μέρος της διαδικασίας μέχρι να αποφασίσεις πότε αυτό το έργο δεν έχει κάτι άλλο να σου πει, οπότε το βάζεις στην άκρη και ξεκινάς το επόμενο.
– Ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ταινίας «Το πάθος της Ιωάννας της Λωραίννης», του Καρλ Ντράγερ, είναι ότι ο κορυφαίος Δανός κινηματογραφιστής χρησιμοποίησε ριζοσπαστικά για την εποχή του τα κοντινά πλάνα, αναδεικνύοντας έτσι τα πάθη και τις δοκιμασίες της ηρωίδας του που υποδύεται η Μαρία Φαλκονέτι. Μιλήστε μας για τη σχέση ανάμεσα στην ταινία που υπήρξε η πηγή έμπνευσής σας και τα πορτρέτα των γυναικών που δημιουργήσατε.– Ίσως μέσω της ταινίας κατάλαβα τον λόγο για τον οποίο η μεγέθυνση των προσώπων ενισχύει και τα συναισθήματα του έργου! Υπερβαίνοντας, υπερβάλλοντας το «φυσιολογικό» πολλαπλασιάζεις και την έκφραση του θέματος. Να σου θυμίσω ότι τα πρώτα μεγάλα πορτρέτα το 2002 βγήκαν μέσα από την ανάγκη μου για επικοινωνία με τον κόσμο της μεγαλούπολης (αυτή η ανάγκη που αργότερα έγινε και τρόπος ζωής).
– Η έκθεση που τελείωσε στις 7 Ιανουαρίου γνώρισε μεγάλη επιτυχία και κέρδισε θερμές κριτικές από το φιλότεχνο κοινό. Εσείς τι ακούσατε από τους επισκέπτες;
– Το μεγαλύτερο δώρο για έναν καλλιτέχνη είναι να βλέπει τον κόσμο να φεύγει από την γκαλερί ικανοποιημένος ή ακόμη καλύτερα να συνεχίζει με παρέες να σχολιάζει τα έργα! Αυτό σημαίνει ότι τα έργα δεν είναι ωραίες εικόνες, αλλά κάτι πέραν αυτού.
– Οι γυναίκες των πορτρέτων σας είναι γνώριμά σας πρόσωπα;
– Τα πρόσωπα δεν τα επιλέγω πάντα γιατί πιστεύω ότι ο κάθε ένας από εμάς έχει κάτι να πει «τη δική του ιστορία». Τις περισσότερες φορές ένα πορτρέτο είναι κάτι σαν συνέντευξη και από την φύση μου είμαι περίεργος. Δεν ξέρω τι θα προκύψει στην πορεία, παρά το γεγονός ότι ζωγραφίζω αυτό που είδα και όχι αυτό που βλέπω (όπως λέει και ο Frank Stella ). Καταγράφω την πρώτη εντύπωση, πολλές φορές όμως ακόμη και αυτή η πρώτη εντύπωση εμπεριέχει και δικά μου στοιχεία, κάτι σαν πάντρεμα αυτοπροσωπογραφίας και ψυχογράφημα του εικονιζόμενου! Κάθε πορτρέτο αφηγείται τη δίκη του ιστορία, όμως αυτή αλλάζει ανάλογα με το ποιος κοιτάει το έργο, και αυτό πιστεύω είναι το μαγικό στην τέχνη.
– Ο μεγάλος όγκος και τα έντονα χρώματα είναι αποτέλεσμα της βαθύτερης επικοινωνίας του ζωγράφου με το μοντέλο ή στοχεύει στην πιο ουσιαστική επικοινωνία του έργου με το θεατή;
– Πιστεύω και τα δύο, όπως είπα και παραπάνω στην ερώτηση για την ταινία του Dryer. Η μεγέθυνση του προσώπου ενισχύει και τα συναισθήματα του έργου! Τα έντονα χρώματα είναι ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνομαι το θέμα μου, η υπερβολή είναι το μέσο μου για να περύχω τον στόχο μου! Αν αυτό που θέλω περάσει και στον θεατή, αυτό είναι μια καλή αρχή!
– Θα ζωγραφίζατε ένα πορτρέτο κατά παραγγελία;
– Έχω ζωγραφίσει πολλά πορτρέτα κατά παραγγελία, κυρίως μικρά παιδιά! Τα παιδιά αν και πιο δύσκολο θέμα, αν λάβεις υπόψη τον απαιτητικό κριτή – πελάτη που είναι ή ίδια η μάνα, πιστεύω ότι πάντα βγάζουν μια ειλικρίνεια (δεν υπάρχει το στοιχείο της ματαιοδοξίας). Δεν έχει σημασία να είναι παραγγελία ή όχι, σημασία έχει πως θα μετατρέψεις ένα τυχαίο πρόσωπο σε μια εικόνα που εμπεριέχει πολλές πτυχές του χαρακτήρα του εικονιζόμενου και αυτό είναι μια πρόκληση, άρα δεν την βλέπω σαν μια απλή παραγγελία!
– Τα έργα σας , παρά τις δυσκολίες της εποχής, γνωρίζουν και εμπορική επιτυχία. Πολλές φορές πωλούνται με την έκδοση του καταλόγου. Αυτό για εσάς είναι δείκτης επιτυχίας;
– Η εμπορική επιτυχία σαφώς και δεν είναι δείκτης επιτυχίας, είναι όμως ένα καλό στοιχείο για να μπορείς να συνεχίσεις τη ζωγραφική! Όταν κάποιος θέλει να αποκτήσει ένα έργο σου αυτό σε τιμάει και σου δίνει μια μεγάλη ικανοποίηση, μην ξεχνάμε ότι τα έργα μας είναι και παιδιά μας και θέλουμε από το κοινό να τα εκτιμούν και να τα σέβονται! Έτσι αποκτούν και μεγαλύτερη αξία, σε αντίθεση με κάποιους που πιστεύουν ότι το έργο εξαργυρώνεται άμεσα! Η αξία του έργου εξαρτάται από την αγάπη του κατόχου του και τον σεβασμό που πρέπει να έχει γι’ αυτό!
– Υπήρξατε ο αγαπημένος μαθητής του Μυταρά. Μιλήστε μας για την εμπειρία να μαθητεύσετε κοντά στον μεγάλο ζωγράφο.
– Εγώ θα έλεγα το αντίθετο ! Ο Μυταράς ήταν ο αγαπημένος μου ΔΑΣΚΑΛΟΣ! Δεν διαχώριζε του μαθητές του μεταξύ ικανών και μη ικανών. Μίλαγε λίγο αλλά έλεγε πολλά. Δεν έχω ξεχάσει ούτε λέξη απ’ αυτά που μου έλεγε, πάντα επί της ουσίας. Ο δάσκαλός μου με έμαθε να βλέπω.
– Μιλήστε μας για τη συνεργασία σας με την γκαλερί Ευριπίδη
– Η συνεργασία μου με την γκαλερί Ευριπίδη ξεκίνησε τώρα με αφορμή την έκθεση με τίτλο «Γυναίκες»! Κοινός στόχος μεταξύ καλλιτέχνη και γκαλερίστα είναι ο σεβασμός μεταξύ των δύο, και κυρίως η εμπιστοσύνη. Μέχρι στιγμής υπάρχουν και τα δύο. Επίσης κοινά στοιχεία μεταξύ μας είναι ο στόχος για κάτι καλύτερο αλλά και η αφοσίωση στην τέχνη! Όπως η γκαλερί χρειάζεται να παρουσιάσει κάτι ειλικρινές έτσι και ο ζωγράφος χρειάζεται την υποστήριξη της γκαλερί. Πιστεύω ότι μέχρι τώρα τα έχουμε καταφέρει! Η ευθύνη απέναντι στο κοινό αλλά κυρίως στον χώρο που με φιλοξενεί είναι ακόμη μεγαλύτερη! Ελπίζω η επόμενη δουλειά να μη διαψεύσει τα παραπάνω!